Ανθρωπότυπος «Μπισμπίκης» | Protagon.gr

1 view
Skip to first unread message

Konstantinos Theodoropoulos

unread,
Oct 3, 2025, 2:25:12 AM (5 days ago) Oct 3
to Orasi

Ανθρωπότυπος «Μπισμπίκης» | Protagon.gr

Ο ανθρωπότυπος του «αντισυμβατικού» άντρα είναι διαχρονικός και γοητευτικός. Από τον Μάρλον Μπράντο και τον Τζέιμς Ντιν ως τον «δικό μας» Βασίλη Μπισμπίκη, πολλοί καλλιτέχνες τον ενσάρκωσαν με τεράστια επιτυχία· τόσο καλά που ελάχιστοι κατάφεραν να δουν πίσω από τον «ρόλο» και να διακρίνουν τον πραγματικό άνθρωπο, που ίσως ελάχιστη σχέση είχε με την όποια αντισυμβατικότητα.

Μπορεί ο Μάρλον Μπράντο και ο Βασίλης Μπισμπίκης να χωράνε με μεγάλη δυσκολία στην ίδια πρόταση, αλλά κάθε χώρα (και κάθε εποχή) έχει τους «σκληρούς» που της αναλογούν. Το κοινό διψάει για τέτοιες φιγούρες και συχνά αρκείται με ό,τι υπάρχει πρόχειρο.

Εξίσου δύσκολα, εξάλλου, χωράνε στην ίδια πρόταση οι λέξεις «αντισυμβατικός» και «Φιλοθέη». Εκεί όπου συνέβη το περιστατικό με τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα στα οποία ομολόγησε ότι προκάλεσε ζημιές ο ηθοποιός. «Κοντά στο σπίτι του», όπως είπε ο ίδιος. Η αλήθεια είναι ότι δεν μιλάει συχνά για το «σπίτι του», ενώ είναι λαλίστατος όταν αναφέρεται στο παρελθόν του, το οποίο όπως έχει πει «θυμίζει τα Κόκκινα Φανάρια» και είναι γεμάτο από περιστατικά που παραπέμπουν σε λογοτεχνικές διηγήσεις του Κέρουακ· «έζησα μέσα στο περιθώριο. Και μέσα στις μεγάλες ταλαιπωρίες που πέρναγα με μάζευαν κυριολεκτικά οι πουτάνες και οι τραβεστί και με φρόντιζαν», έχει πει.

Δεν υπάρχει τίποτε μεμπτό σε όλα αυτά: έξω από τον ανελκυστήρα που οδηγεί από το περιθώριο στη Φιλοθέη, υπάρχει μια ατελείωτη ουρά από ανθρώπους που περιμένουν να μπουν. Λίγοι τα καταφέρνουν και μπράβο τους. Και είναι, προφανώς, θετικό να μην ξεχνάς ποτέ από που προέρχεσαι. Εξίσου θετικό είναι να μην ξεχνάς πώς άνοιξε η πόρτα του ανελκυστήρα για σένα. Αλλά και το που βρίσκεσαι πλέον: το να παραμείνεις στο περιθώριο δεν είναι απαραίτητα επιλογή· το να βρεθείς στη Φιλοθέη, είναι.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης γεφυρώνει διάφορα χωροχρονικά και κοινωνικά σύμπαντα στο φαντασιακό του σύγχρονου Ελληνα. Η ζωή του και η περσόνα του δείχνουν να έχουν αντιγράψει κατά γράμμα σενάριο ελληνικού δράματος της δεκαετίας του ’60: Ξεφεύγει από τη φτώχεια και βρίσκεται ξαφνικά στα σαλόνια, στο πλευρό της λαμπερής πρωταγωνίστριας. Δυσανασχετεί, όμως· το κοστούμι δεν τον χωράει και κάποια βράδια το πετάει και χορεύει με το φανελάκι ένα βαρύ ζεϊμπέκικο στην κοσμική πίστα, αδιαφορώντας για τους καλοντυμένους που τον κοιτάνε, σαν να βρίσκεται ο ίδιος στο κουτούκι της φτωχογειτονιάς του. Ζουμ της κάμερας στο τσιγάρο που κρέμεται από τα σφιγμένα χείλη και το πρόσωπο που φαίνεται να υποφέρει, κουβαλώντας επάνω του όλα τα βάρη του ντουνιά.

Μετά, παίρνει την ακριβή «κούρσα» και οδηγεί στα στενά του πλούσιου προαστίου, χαμένος στις δαιδαλώδεις σκέψεις του. Το παρελθόν του τον ακολουθεί και φαίνεται να τον χαρακτηρίζει πιο πολύ από το παρόν του. Εκανε το άλμα, αλλά στην ψυχή (και στην πίστα) παραμένει ένα απλό παιδί του λαού. Ο κόσμος ταυτίζεται. Καταλαβαίνετε, τώρα, γιατί ήταν τόσο επιτυχημένες οι ταινίες του ’60…

Οταν πατάς σε δύο κόσμους, χρειάζεται μαεστρία για να κρατάς το κοινό και των δύο πιστό. Ο Μάρλον Μπράντο ήταν δισεκατομμυριούχος, αλλά λατρεύτηκε σαν θεός από τους Στάνλεϊ Κοβάλσκι αυτού του κόσμου. Οχι τόσο για τον ομώνυμο ρόλο στο «Λεωφορείον ο Πόθος», όσο επειδή μετέφερε την περσόνα αυτή, του σκληρού αγοριού με το κολλητό φανελάκι και το τσιγάρο στα χείλη, και στον έξω κόσμο.

Το κοινό ελκύεται από την ιδέα και την εικόνα της ελευθερίας και του μυστηρίου, όχι από την πραγματική ζωή του προσώπου. Η γοητεία είναι κυρίως αποτέλεσμα αντίληψης. Η κοινωνία αγαπά το σύμβολο του αντισυμβατικού άντρα περισσότερο από τον ίδιο τον άνθρωπο, και η δύναμη αυτής της εικόνας έγκειται στην επιθυμία μας να πιστέψουμε σε έναν κόσμο πέρα από τα όρια και τους κανόνες, ακόμα κι αν αυτός ο κόσμος υπάρχει μόνο στη φαντασία. Γι’ αυτό και τα σόσιαλ (η πλατφόρμα «διασημότητας» της μάζας) είναι γεμάτα από «επαναστάτες», με αιτία ή χωρίς.

Κανείς δεν γνωρίζει τι κάνει στην πραγματική του ζωή ο «εξεγερμένος» του πληκτρολογίου και σε τι βαθμό υπηρετεί το σύστημα που βρίζει αδιάκοπα.

Θέλουμε, όμως, να πιστέψουμε και στη «σωτηρία της ψυχής». Μιας ψυχής που τα χρήματα και η χλιδή δεν μπορούν να διαβρώσουν. Που παραμένει πιστή στις ταπεινές της καταβολές και στο πλευρό όσων έμειναν έξω από τον ανελκυστήρα. Εχουν, βέβαια, κι ένα πλεονέκτημα όλοι αυτοί: τα δικά τους αυτοκίνητα είναι παρκαρισμένα στις φτωχές συνοικίες και δεν κινδυνεύουν από την «κούρσα» μας, όταν μας πιάνουν τα διαόλια.

Στις ταινίες του ’60 όλα αυτά έπρεπε να εκφραστούν παραστατικά: δεν υπήρχε ο χρόνος και το γνωστικό πλαίσιο ώστε να εκφραστεί ο πρωταγωνιστής φιλοσοφικά για όσα τον ταλάνιζαν, τα συνόψιζε σε μια ζεμπεκιά. Εξήντα χρόνια αργότερα οι παραστατικές Τέχνες έχουν εξελιχθεί πολύ, όμως η υψηλή Τέχνη του προσωπικού μάρκετινγκ παραμένει αναλoίωτη.

Στο επόμενο βαρύ ζεϊμπέκικο, ή στην επόμενη αντισυμβατική φωτογράφιση, ο Βασίλης Μπισμπίκης θα γίνει ξανά πρωτοσέλιδο, ή έστω είδηση. Η Φιλοθέη θα έχει ξεχαστεί και το φαντασιακό μας θα συνεχίσει να τρέφεται με αυτό για το οποίο πεινάει.

Στις ταινίες, βέβαια, ο πρωταγωνιστής κάποια μέρα έκανε την πραγματική του επανάσταση και επέστρεφε στο φτωχικό του σπιτάκι, όπου τον αγκάλιαζαν ξανά οι «άνθρωποί του». Γι’ αυτό ήταν ταινίες, όμως, επειδή μας έλεγαν ψέματα. Ασχετο εάν εμείς θέλαμε τόσο πολύ να τα πιστέψουμε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News


Κώστας στάλθηκε από το iPhone μου
Reply all
Reply to author
Forward
0 new messages